Δέχθηκα μία παράκληση από τη Μαριάννα για να δημοσιεύσω το παρακάτω άρθρο της χωρίς να χάσει ίχνος ρομαντισμού όμως....είναι για έναν έρωτά της στο χωριό! Σας το παραθέτω αυτούσιο.
Έχει κάτι μαγικό ο χρόνος. Χαλάει αν δεν είναι η ώρα. Σαν τον δίδυμο αδερφό του, τον Έρωτα. Κι αυτός χαλάει αν δεν είναι της ώρας. Πριν λίγο, συνειδητοποίησα πως ο χρόνος γύρισε μία ώρα πίσω. Μού το υπενθύμισε ο υπολογιστής μου, που γύρισε την ώρα. Αυτόματη ενημέρωση ώρας. Είμαι μία ώρα πίσω. Στη χειμερινή. Στην κανονική. Τί είναι κανονική ώρα; Και γιατί να μην μπορώ να γυρίσω μέρες, μήνες, χρόνια πίσω; Με τη σοφία και τη γνώση του σήμερα;
Ο ήχος από το κινητό μου δεν με ξάφνιασε. Σαν να τον περίμενα. Ένα νέο μήνυμα ελήφθη. Απορροφημένη από τη μουσική που ακούω, που αγκαλιάζει το χώρο μου κι εμένα, χωρίς να κοιτάζω, μηχανικά ανοίγω το μήνυμα... Δεν βλέπω αποστολέα. Δεν χρειάζεται. Γνωρίζω. Διαβάζω θολά. Τα γράμματα χορεύουν στην αρχή. Τα συλλαβίζω. ε-λ-α-κ-ο-ν-τ-α-μ-ο-υ. έ-λ-α κ-ο-ν-τ-ά μ-ο-υ. Έ-λα κο-ντά μου. Έλα κοντά. Μου. Μένω μετέωρη για πολλές στιγμές. Δεν ξέρω αν πρέπει να πατήσω διαγραφή ή αν πρέπει να είναι το μόνο μήνυμα που θα πρέπει να δεσπόζει στα εισερχόμενα. Μηχανικά, χωρίς σκέψη, επιλέγω απάντηση. Νέο μήνυμα. Να πατήσω Τ9 ή γράμμα-γράμμα; Γράμμα-γράμμα καλύτερα. Σαν αναλφάβητη ένιωσα. Του έρωτα, της ίδιας της ζωής. φ-ε-υ-γ-ω-μ-α-κ-ρ-ι-α-σ-ο-υ. Φεύγω Μακριά Σου. Σημεία στίξης. Δύο τελείες μου ξέφυγαν. Φεύγω Μακριά. Σου. Επιλογή. Αποστολή. Μήνυμα εστάλη. Σε δευτερόλεπτα, έρχεται η απάντηση, σαν απαλό ταρακούνημα. Τη διαβάζω μονορούφι. Ποτέ δεν θα μπορέσεις να ξεφύγεις από την Αγάπη. Έτσι είσαι εσύ.
Ακόμη και οι φίλοι μου να διαβάσουν τούτο το γραπτό μου, οι απόψεις που θα πέσουν στο τραπέζι σχετικά με την ταυτότητα του αποστολέα/παραλήπτη, θα είναι διφορούμενες. Κανείς όμως δεν ξέρει τη σωστή απάντηση. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Και κανείς δεν θα μάθει. Είναι για μένα αυτό. Μόνο για μένα. Είναι η κατάσταση των τελευταίων, πολλών ημερών. Ξέρω να κρύβομαι καλά όταν πρέπει. Όταν γνωρίζω πως κανείς δεν μπορεί να δει μέσα μου. Όχι γιατί δεν αφήνω εγώ, αλλά γιατί δεν επιχειρούν οι άλλοι. Και γιατί δεν θα καταλάβουν.
Δεν σε συγχώρεσα. Δεν σε συγχωρώ. Δεν θα σε συχγωρήσω. Ποτέ. Για το λίγο σου, για την αδικαιολόγητη φοβία σου, για τα ναι που έκανες ίσως, και αποτελείωσα στο ποτέ.
Ταλαντεύτηκα αρκετά για το αν πρέπει να ζωστώ την απογοήτευση. Για το αν πρέπει να αφήσω την ελπίδα και το όνειρο της Αγάπης. Αυτό μού είπε η λογική να κάνω, μα η καρδιά δεν μπορεί να με κρατά άλλο στο μικρό, ασφαλές μου λιμάνι. Έχω θάλασσες νέες να διαβώ. Να χαθώ μέσα τους. Ν' απαλλαγώ από τα ναυάγια και να ανακαλύψω τους εκεί καλά κρυμμένους θησαυρούς.
Θυμήθηκα την εικόνα της θάλασσας λίγες ημέρες πριν, αφού είχε βρέξει πολύ. Η οριογραμμή της θάλασσας και τ'ουρανού είχε χαθεί. Ήταν πιά ένας ενιαίος καμβάς από απαλό, μουντό γκρίζο. Σαν παράταιρη πινελιά θαρρείς, ένα καράβι ταξίδευε στο πουθενά. Ούτε πάνω στο νερό, ούτε μέσα του. Σημείο μηδέν. Από την πάνω δεξιά γωνία αυτού του πίνακα, ένας ουρανός είχε τραβήξει μια γρατσουνιά λευκόχρυσο, τινάζοντας και ένα μικρό ψύγμα χλωμού χρυσαφιού κάπου σε μιαν άκρη, που χανόταν στο κάτω μέρος, εκεί όπου λογικά θα ήταν η θάλασσα.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου