Tantalizing
ή H μητέρα όλων των τιμωριών
Ο Τάνταλος πρέπει να ήταν μεγάλο κάθαρμα. Για αυτό κυκλοφορούν διάφορες φήμες για δαύτον: ο Τάνταλος, λέει, έκλεψε την αμβροσία από τούς θεούς και την πήγε στους ανθρώπους. Ο Τάνταλος, λέει, έκλεψε το χρυσό σκυλί που προστάτευε το Δία. Ο Τάνταλος, λέει, έσφαξε το γυιό του και τον προσέφερε στους θεούς να τον φάνε!
Μα γιατί όλες αυτές οι τρομερές φήμες; Τόσο πολύ τον μισούσαν όλοι που τον όρισαν ως σύμβολο κάθε απεχθούς πράξης;
Όχι, όχι... νομίζω πως έγινε κάτι άλλο. Είδαν οι άνθρωποι την τρομερή τιμωρία που επιβλήθηκε στον Τάνταλο από τούς θεούς και τότε απλώς υπέθεσαν πως κάτι το τρομερό πρέπει να έκανε.
Γιατί η τιμωρία του δεν ήταν τίποτα λιγότερο από αυτήν: τον έβαλαν οι θεοί να στέκεται μέσα σε μια λίμνη με ένα φρουτόδενδρο μπροστά του. Κάθε φορά που εκείνος διψούσε και έσκυβε να πιεί, το νερό απομακρυνόταν. Κάθε φορά που πεινούσε και τεντωνόταν να πιάσει τα φρούτα, τα κλαδιά έκαναν πίσω. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ένας βράχος κρεμόταν πάνω από το κεφάλι του.
Ναι, είναι σίγουρο: η τιμωρία αυτή ήταν τόσο φοβερή, η μητέρα όλων των τιμωριών, που μόνο ένα πραγματικό κάθαρμα την άξιζε. Τάνταλε, μαλάκα μου, δεν ξέρω τι έκανες, αλλά είναι προφανές ότι είσαι ένοχος.
H έρευνα
Το να συναντήσει κανείς τον Τάνταλο δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Αλλά έπρεπε οπωσδήποτε να μάθω τι είχε κάνει. Μίλησα σε θνητούς, ημίθεους, σε κοινές δούλες και εταίρες. Μίλησα σε ολύμπιους θεούς και σε θεές. Μόνο η Αφροδίτη δέχτηκε να βοηθήσει:
Θα σου πω τι έκανε ο Τάνταλος, αλλά όχι αμέσως. Θα πρέπει να μείνεις μαζί μου για λίγο καιρό. Θα μού κάνεις έρωτα όποτε στο ζητώ. Θα μού κάνεις παθιασμένο έρωτα σαν να είναι να πεθάνεις το πρωί. Θα μού κάνεις έρωτα σαν να μην πρόκειται να χρειαστείς σπέρμα ποτέ ξανά. Και δε θα αγγίζεις καμιά άλλη. Όταν αποφασίσω ότι είσαι έτοιμος, θα τα μάθεις όλα.
Έτσι κι έγινε. Για τούς επόμενους μήνες, ερχόταν όποτε της άρεσε και τής έκανα έρωτα. Tης έκανα έρωτα παθιασμένα. Της έκανα έρωτα όπως δεν είχα κάνει ποτέ ξανά. Και μια μέρα μού είπε:
Η δοκιμασία σου πέρασε, τώρα πρέπει να φύγεις. Θα σε επισκεφτώ σύντομα και θα τα μάθεις όλα.
Στα τάρταρα
Έτσι γύρισα στον κόσμο των κοινών θνητών. Και την περίμενα. Και την περίμενα. Και ήρθε! Αλλά δεν είχα στο μυαλό μου ερωτήσεις. Έσκυψα το κεφάλι μου να τη φιλήσω. Κι απομακρύνθηκε. Άπλωσα το χέρι μου να την αγγίξω. Κι έκανε πίσω. Ό, τι κι αν έκανα, δεν την έφτανα. Κι ύστερα έφυγε.
Σας τα γράφω όλα αυτά όρθιος σε μια λίμνη. Όμως διψώ. Μπροστά μου ανθεί ένα φρουτόδενδρο. Όμως πεινώ. Πάνω από το κεφάλι μου κρέμεται ένας βράχος. Και δε λέει να πέσει.
ΥΓ.
Γιά τον Στέφανο......του αρέσει η μυθολογία....