Της Τζένης Κ.
(Ποντίκι)
Πριν από μερικά χρόνια οι τράπεζες συμπεριφέρονταν ως κοινά λιγούρια. Ήτανε σαβουροφάγες. Καμάκια αισχίστου είδους. Ενοχλούσαν με αλλεπάλληλες κλήσεις στο σπίτι και στη δουλειά τις πιο περίεργες ώρες. Έβρισκες τα ίχνη τους στη συσκευή σου κι αναρωτιόσουνα πότε εξελέγης βουλευτής και δεν το θυμάσαι. Γιατί μόνο ένας βουλευτής έχει τόση ζήτηση από άγνωστους ανθρώπους. Σε ξυπνούσαν αξημέρωτα. Σε σήκωναν απ’ το τραπέζι. Διέκοπταν ιερόσυλα τη μεταμεσημβρινή σου σιέστα. Καλούσαν επίμονα την ώρα που μιλούσες για τα προσωπικά σου ή για δουλειές και σ’ έκαναν ν’ αναρωτιέσαι αν υπάρχει περίπτωση να επιμένει κάποιος τόσο πολύ εν ώρα call waiting χωρίς να τίθεται θέμα ζωής και θανάτου. Άπαξ και σ’ είχαν πιάσει μία φορά κορόιδο και σ’ είχαν, ήθελες δεν ήθελες, αναγκάσει να πληρώνεις το λογαριασμό του κινητού ή του ίντερνετ μέσω κάποιας μπάσταρδης πιστωτικής τους, σου έστελναν επιστολές για να σ’ ευχαριστήσουν για την άψογη συνεργασία μαζί σου και για να σου ανακοινώσουν ότι προτίθενται να ανεβάσουν το πιστωτικό όριο κάποιας δευτερεύουσας προεγκεκριμένης κάρτας, τον πιστωτικό χαρακτήρα της οποίας δε θα σκεφτόσουνα ποτέ να επικαλεστείς......
Ταχυδρομούσαν επίσης προτυπωμένες επιταγές με ποσά κάμποσων μηδενικών που εμφανίζονταν έτοιμα να διατεθούν για την ικανοποίηση των καταναλωτικών σου φαντασιώσεων, μόνο και μόνο με την επίδειξη της αστυνομικής σου ταυτότητας. Ήξερες ότι το εισόδημά σου δε δικαιολογεί αυτή τη γαλαντομία αλλά κανείς δεν ενδιαφερόταν τότε για εχέγγυα. Η τράπεζα σε ποθούσε έτσι όπως ήσουνα. Με το φουστανάκι που φορούσες.
Παράλληλα έτρεχε στα μέσα και η διαφήμιση. Πολλή διαφήμιση. Χρήμα για σκότωμα. Χρήμα για υπεράνω κοινωνικών τάξεων πολυτέλεια. Χρήμα αντιρατσιστικό. Για κάθε υπαλληλάκο. Για κάθε εμποράκο. Τα τμήματα «Χορηγήσεων» στα συνοικιακά καταστήματα είχαν θαφτεί σε βουνά από φακέλους συμβάσεων. Οι υπάλληλοι χαμογελούσαν πολύ πιο γλυκά απ’ όσο ταιριάζει σε κάποιον που έρχεται να ζητήσει και όχι να καταθέσει …αλλά αυτό δε σε έβαζε τότε σε υποψίες. Όλοι το ίδιο κάνανε. Κι έπειτα οι τράπεζες κερδίζουν περισσότερα από τα δάνεια, παρά απ’ τις καταθέσεις, λόγω των τόκων, έλεγες στον εαυτό σου κι η ατάκα αυτή έλυνε κάθε απορία σου για τους τεμενάδες των πιστωτικών ιδρυμάτων. Άσε που αισθανόσουνα πολύς. Κάποιο ταλέντο είχες, κάποιο επιχειρηματικό έρμα που μόνο αυτοί το είχαν δει.
Οι πλέον υποχρεωτικές, οι πλέον «ας πάει και παλιάμπελο» τράπεζες μάλιστα, ήταν εκείνες των ξένων συμφερόντων. Για κάθε συναλλαγή, σου ενέκριναν τρία ακόμα πλαστικά. Το ένα για το τάδε πολυκατάστημα. Το άλλο για το δείνα. Και να! τα δωρεάν πάγια και να! οι πόντοι που ανέβαιναν όσο κατέβαινε το πιστωτικό υπόλοιπο. Επειδή μάλιστα τέτοια μπαξίσια δεν σου είχαν ματαξανακάνει ούτε συγγενείς α’ βαθμού, αισθανόσουνα υποχρεωμένος και δεχόσουνα να σου «καθίσουνε», ανάμεσα στα υπόλοιπα, και μία ασφάλεια ζωής, μια ασφάλεια υγείας, μια ασφάλεια ανασφάλειας κλπ… Το όλον, ένας μισθός λογαριασμοί…
Οι τράπεζες ξένων συμφερόντων ειδικά, συντέλεσαν στην υπερχρέωση των νοικοκυριών, όσο και οι κυβερνήσεις στην υπερχρέωση της χώρας.
Πάνω που άρχισες να συνειδητοποιείς τι έγινε, οι πρώην πόρνες το γύρισαν σε χαμηλοβλεπούσες αρσακειάδες. Κατάλαβαν ξαφνικά, από το 2008 και μετά, ότι είχανε μπλέξει με τύπους αφερέγγυους κι είπαν να γίνουν πιο εκλεκτικές. Υποδιπλασίασαν τα πιστωτικά όρια, αυστηροποίησαν τα κριτήρια και μέχρι τα μέσα του 2011 υπολογίζεται ότι θα κυκλοφορούν 1.000.000 λιγότερες πιστωτικές στην αγορά. Τους παλιούς τους πελάτες ούτε που τους αναγνωρίζουν πια. Με δυο ημέρες καθυστέρηση, εντεταλμένος υπάλληλος σηκώνει το ακουστικό και με αποικιοκρατικό τόνο προειδοποιεί για τα χειρότερα. Ούτε νέες προτάσεις ούτε υποσχέσεις ούτε διευκολύνσεις πια. Το σύνθημα είναι «πλήρωνε για να τελειώνουμε». Κι αν κάποιος είναι –από το υστέρημά του- καλοπληρωτής εξακολουθεί να δέχεται τηλεφωνήματα. Όχι όμως για να δανειστεί αυτή τη φορά αλλά για να δεσμευτεί. Για να γίνει συνδρομητής σε προγράμματα, για να έχει ενημέρωση μέσω του κινητού για την πορεία του λογαριασμού του για να ανοίξει έναν ακόμα λογαριασμό.
Η περίοδος μεταξύ 1995 και 2008 πρέπει να βαρύνει το ιστορικό της σχέσης μας με τις τράπεζες ως «η περίοδος του πεζοδρομίου…» . Δεν πρέπει να την ξεχάσουμε ποτέ. Όσο κι αν καλογερεύουν τώρα οι Μαγδαληνές της τσέπης μας, υπάρχει και κείνο το ρητό που λέει: μία φορά π…… για πάντα, π ……
πηγή
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου