"Of all the creatures ever made [man] is the most detestable. Of the entire brood, he is the only one... that possesses malice. He is the only creature that inflicts pain for sport, knowing it to be pain."
Η φράση αυτή, γνωστή ίσως σε πολλούς, συμπεριλαμβάνεται στην αυτοβιογραφία του Mark Twain. Ο συγγραφέας δηλώνει ότι, από όλα τα πλάσματα που έχουν δημιουργηθεί ποτέ, ο άνθρωπος είναι το πιο κακό, το πιο μισητό. Είναι αυτός που, ακόμα και για να διασκεδάσει, μπορεί να προκαλέσει πόνο στους γύρω του, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι αυτό που προκαλεί είναι όντως πόνος. Υπάρχει κανείς που μπορεί να αντικρούσει τα λόγια του; Και όποιος θελήσει να το κάνει, πόσα και ποια επιχειρήματα θα πρόβαλε;
Από τα αρχαία χρόνια ήδη μεγάλοι στοχαστές έγραφαν για την ανθρώπινη αλαζονεία, για την τάση του ανθρώπου να κυριαρχεί, να κατακτά, να αποκτά δύναμη. Δύναμη είτε υλική είτε άυλη. Από τα πρώτα χρόνια που το ανθρώπινο γένος συσπειρώθηκε σε κοινωνίες και εξασφάλισε τις πρωτογενείς του ανάγκες, η τάση αυτή έκανε την εμφάνισή της και οδήγησε κατά καιρούς σε φρικτές πράξεις και φαινόμενα, όπως πολέμους, βασανιστήρια, εκμετάλλευση και απόλυτη εξουσία. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για ένα ένστικτο επιβίωσης, κανένας άνθρωπος όμως δε νομίζω ότι θα πέθαινε λόγω έλλειψης κακίας και σαδισμού. Πεθαίνει κανείς χωρίς τροφή και νερό. Χωρίς τα προηγούμενα προκαλεί το θάνατο, κυριολεκτικό ή μεταφορικό, των διπλανών του, των ομογενών του.
Από τη στιγμή λοιπόν που αυτά τα σκοτεινά και αδίστακτα χαρακτηριστικά του ανθρώπου δεν οφείλονται σε κάποιον γενετικό παράγοντα, τότε η αιτία ανέρχεται στην .....κοινωνία και στη φιλοσοφία ζωής, που εδώ και αμέτρητα χρόνια έχει εντρυφήσει σε κάθε χιλιοστό του ανθρώπινου «είναι». Χρησιμοποιούμε το «όπλο» της νοημοσύνης μας ως απόδειξη του ότι πρέπει να κυριαρχούμε σε κάθε γωνιά αυτής της γης, παραβλέποντας ότι αυτή η γη και τα πλάσματά της είναι οι λόγοι για τους οποίους εμείς υπάρχουμε ακόμα. Αντικρίζουμε τα ζώα αποκλειστικά ως πηγή τροφής, ενδυμασίας και διασκέδασης. Θεωρούμε τη γη ως έναν κάδο απορριμμάτων, που χωρίς παράπονο δέχεται καθημερινά και αιώνια τα απόβλητά μας. Οι παραλίες και τα βουνά είναι θέρετρα που διατίθενται προς ανέγερση νέων εξοχικών, τα δάση είναι προμηθευτές χαρτιού και παιχνίδια προς προσάναμμα. Παίρνουμε, βασανίζουμε, εκμεταλλευόμαστε, για να ξαναπάρουμε, να ξαναβασανίσουμε, ξαναεκμεταλλευτούμε. Η αλαζονεία μας είναι αστείρευτη, μεγαλώνει και τα όριά της φαίνεται να είναι ανύπαρκτα. Χιλιάδες πλάσματα υποφέρουν και εξοντώνονται από τον άνθρωπο, αυτόν τον κυρίαρχο του σύμπαντος που θέλει να χτίσει ακόμα και στο φεγγάρι, επειδή η γη είναι πολύ μικρή γι’ αυτόν. Ο ταπεινός «τροφοσυλλέκτης» μεγάλωσε και έγινε «χρηματοσυλλέκτης», δεν τρώει πια ρίζες αλλά McDonalds, δε μένει σε σπηλιές αλλά και υπερπολυτελείς βίλλες, δεν κάθεται γύρω από τη φωτιά με τους συντρόφους του, αλλά βάζει φωτιά στα σπίτια των συντρόφων του, γιατί είναι πιο μεγάλα από το δικό του.
Θα μπορούσε κάποιος να πει, επίσης, λόγω άγνοιας ή κοινωνικού υπνωτισμού, ότι η γη και τα άλλα πλάσματά της είναι υποδεέστερα του ανθρώπινου γένους, γι’ αυτό και η εκμετάλλευσή τους δεν είναι τόσο μεγάλης αξίας. Ας αναφερθούμε στις ανθρώπινες σχέσεις που αποτελούν και το κυρίαρχο νόημα αυτής της ζωής: ένας αδίστακτος «κανιβαλισμός» της ψυχής, απώλεια κάθε ευγενούς συναισθήματος, η φράση του ότι « το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό» από μια διαμετρικά αντίθετη σκοπιά. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό για να ζήσει, ο «δυνατός» τρώει τον «αδύναμο» για να γίνει πιο «δυνατός» και πλούσιος. Οι όροι της εγκληματικότητας, της πλύσης εγκεφάλου, της κοινωνικής αποσάθρωσης, του πνευματικού εξευτελισμού είναι πια τόσο οικείου, που ανοίγουμε τα χέρια διάπλατα και τους υποδεχόμαστε με ενθουσιασμό. Ο Θεός της εποχής μας, το χρήμα, αλλά και κάθε εποχής, γιατί για το χρήμα δημιουργήθηκαν και οι εκάστοτε Θεοί, μας βλέπει από ψηλά και γελάει χαιρέκακα. Η απληστία καθοδηγεί ακόμα και τις πιο μικρές πράξεις. Θέλουμε να γίνουμε μεγάλοι, τρανοί, παντοκράτορες, επιτυχημένοι, να μη μας φτάνει κανείς και τίποτα, γι ‘ αυτό και τα μέσα αγιάζονται από τον σκοπό. Γνωρίζουμε, ωστόσο, πολύ καλά τι συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας, γι’ αυτό και τα σφραγίζουμε ερμητικά στη θέα της βαναυσότητας και της απάθειας. Τα παιδάκια στην Αφρική πεινάνε, αλλά εγώ θα φάω μια υπέροχη μακαρονάδα. Ο πλανήτης καταστρέφεται ανεπιστρεπτί μέρα με τη μέρα, αλλά εγώ δεν μπορώ να μη βάζω λακ στα μαλλιά μου. Τα ζώα πεθαίνουν από τα σκουπίδια που πετάμε, αλλά εγώ βαριέμαι να πάω μέχρι τον επόμενο κάδο. Με υπνωτίζουν με κάθε μέσο, αλλά δεν πειράζει, γιατί στο Facebook έχει ωραίες γκόμενες.
Νομίζουμε ότι αποτελούμε εξαίρεση στον κανόνα; Ότι δεν είμαστε έτσι εμείς; Αναλογίσου λίγο τη σημερινή σου μέρα… Ξύπνησες, διάβασες γρήγορα στην εφημερίδα τα νέα που θέλουν να σου μεταδώσουν και τα πίστεψες, πήγες στη δουλειά σου, όπου το αφεντικό σου σε υποτιμούσε και αν ήσουν εσύ το αφεντικό υποτιμούσες κάποιον άλλον, έτσι για να κρατάμε και τις ιεραρχίες, το μεσημέρι έφαγες δύο χάμπουργκερ μεταλλαγμένων ζώων από την Ινδία, πήγες στο σούπερ μάρκετ, ψώνισες όλα τα «απαραίτητα» προϊόντα, κάνοντας τον καταστηματάρχη λίγο πλουσιότερο, η ταμίας σου είπε ότι «δεν έχει ψιλά» και εσύ της είπες δεν πειράζει, κράτα τα, βγήκες έξω χαμογελώντας γιατί σήμερα κρατούσες περισσότερες σακούλες, πέταξες τη γόπα σου κάτω, έβρισες το ζητιάνο γιατί σου ζητούσε λεφτά, γύρισες σπίτι, ανέβασες δύο καινούριες φωτογραφίες στη σελίδα σου, σχολίασες το πόσο πάχυνε η παλιά σου συμμαθήτρια, είδες τηλεόραση, καταράστηκες την κυβέρνηση της χώρας σου που δεν ανταπεξέρχεται των προσδοκιών σου, παρόλα αυτά θα την ψηφίσεις και του χρόνου, πέταξες τα σκουπίδια σου, βγήκες έξω, ήπιες μέχρι να λιποθυμήσεις στο μεγάλο club της πόλης και γύρισες σπίτι σου πλήρης και ευτυχισμένος που για μια ακόμα φορά έκανες κάτι καλό για τον εαυτό σου και για τους άλλους.
Είμαι και εγώ ένας από αυτούς. Είσαι και εσύ. Είναι και αυτός. Έτσι μάθαμε, έτσι μεγαλώσαμε, έτσι ζούμε. Η αποχαύνωση και η εκμετάλλευση ήταν και είναι ένας αέναος κύκλος. Συσσωρεύουμε τόση απάθεια και τόση κακία μέσα μας, με αποτέλεσμα να βλάπτουμε και εμάς και οτιδήποτε ζωντανό γύρω μας. Έχουμε χάσει τις αξίες του σεβασμού, της ανθρωπιάς, της αγάπης. Έχουμε ξεχάσει ότι είμαστε όλοι ένα, από το ίδιο μέρος ερχόμαστε και στο ίδιο καταλήγουμε. Κατηγορούμε τους άλλους, τους κακούς, τη στιγμή που και εμείς οι ίδιοι είμαστε έτσι. Εμείς τα προκαλούμε όλα, εμείς διαιωνίζουμε το κύκλο της βίας και της εξαθλίωσης. Εμείς είμαστε οι άνθρωποι, αυτοί που «θρώσκουν άνω», που κοιτάζουν ψηλά. Αλλά εμείς κοιτάζουμε όλο και πιο κάτω, σκεφτόμαστε όλο και πιο ατομικά, γιατί θεωρούμε ότι εκτός από εμάς δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Είμαστε όμως όλοι μια αλυσίδα, που έχει αρχίσει να σπάει και όταν σπάσει οριστικά δεν θα υπάρχει γυρισμός. Οι μικρές αλλαγές φέρνουν τις μεγάλες. Αν αλλάξω εγώ, μπορεί να αλλάξει και κάποιος άλλος και κάποιος άλλος και στη συνέχεια πολλοί. Αλλιώς θα περάσουν οι αιώνες και κάποιοι άλλοι, πολλοί διαφορετικοί ίσως από εμάς θα λένε: «Υπήρχε κάποτε μια φυλή, οι άνθρωποι, που χάθηκε γιατί ήθελε πάρα πολλά». Εγώ προς το παρόν θα ελπίζω και θα χαμογελάω πάντα στο γλυκό μπακάλη της γειτονιάς μου, που με μαλώνει όταν παίρνω κάτι ακριβό και μου πουλάει αυτό που κάνει 2 Ευρώ λιγότερο…
πηγή
Η φράση αυτή, γνωστή ίσως σε πολλούς, συμπεριλαμβάνεται στην αυτοβιογραφία του Mark Twain. Ο συγγραφέας δηλώνει ότι, από όλα τα πλάσματα που έχουν δημιουργηθεί ποτέ, ο άνθρωπος είναι το πιο κακό, το πιο μισητό. Είναι αυτός που, ακόμα και για να διασκεδάσει, μπορεί να προκαλέσει πόνο στους γύρω του, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι αυτό που προκαλεί είναι όντως πόνος. Υπάρχει κανείς που μπορεί να αντικρούσει τα λόγια του; Και όποιος θελήσει να το κάνει, πόσα και ποια επιχειρήματα θα πρόβαλε;
Από τα αρχαία χρόνια ήδη μεγάλοι στοχαστές έγραφαν για την ανθρώπινη αλαζονεία, για την τάση του ανθρώπου να κυριαρχεί, να κατακτά, να αποκτά δύναμη. Δύναμη είτε υλική είτε άυλη. Από τα πρώτα χρόνια που το ανθρώπινο γένος συσπειρώθηκε σε κοινωνίες και εξασφάλισε τις πρωτογενείς του ανάγκες, η τάση αυτή έκανε την εμφάνισή της και οδήγησε κατά καιρούς σε φρικτές πράξεις και φαινόμενα, όπως πολέμους, βασανιστήρια, εκμετάλλευση και απόλυτη εξουσία. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για ένα ένστικτο επιβίωσης, κανένας άνθρωπος όμως δε νομίζω ότι θα πέθαινε λόγω έλλειψης κακίας και σαδισμού. Πεθαίνει κανείς χωρίς τροφή και νερό. Χωρίς τα προηγούμενα προκαλεί το θάνατο, κυριολεκτικό ή μεταφορικό, των διπλανών του, των ομογενών του.
Από τη στιγμή λοιπόν που αυτά τα σκοτεινά και αδίστακτα χαρακτηριστικά του ανθρώπου δεν οφείλονται σε κάποιον γενετικό παράγοντα, τότε η αιτία ανέρχεται στην .....κοινωνία και στη φιλοσοφία ζωής, που εδώ και αμέτρητα χρόνια έχει εντρυφήσει σε κάθε χιλιοστό του ανθρώπινου «είναι». Χρησιμοποιούμε το «όπλο» της νοημοσύνης μας ως απόδειξη του ότι πρέπει να κυριαρχούμε σε κάθε γωνιά αυτής της γης, παραβλέποντας ότι αυτή η γη και τα πλάσματά της είναι οι λόγοι για τους οποίους εμείς υπάρχουμε ακόμα. Αντικρίζουμε τα ζώα αποκλειστικά ως πηγή τροφής, ενδυμασίας και διασκέδασης. Θεωρούμε τη γη ως έναν κάδο απορριμμάτων, που χωρίς παράπονο δέχεται καθημερινά και αιώνια τα απόβλητά μας. Οι παραλίες και τα βουνά είναι θέρετρα που διατίθενται προς ανέγερση νέων εξοχικών, τα δάση είναι προμηθευτές χαρτιού και παιχνίδια προς προσάναμμα. Παίρνουμε, βασανίζουμε, εκμεταλλευόμαστε, για να ξαναπάρουμε, να ξαναβασανίσουμε, ξαναεκμεταλλευτούμε. Η αλαζονεία μας είναι αστείρευτη, μεγαλώνει και τα όριά της φαίνεται να είναι ανύπαρκτα. Χιλιάδες πλάσματα υποφέρουν και εξοντώνονται από τον άνθρωπο, αυτόν τον κυρίαρχο του σύμπαντος που θέλει να χτίσει ακόμα και στο φεγγάρι, επειδή η γη είναι πολύ μικρή γι’ αυτόν. Ο ταπεινός «τροφοσυλλέκτης» μεγάλωσε και έγινε «χρηματοσυλλέκτης», δεν τρώει πια ρίζες αλλά McDonalds, δε μένει σε σπηλιές αλλά και υπερπολυτελείς βίλλες, δεν κάθεται γύρω από τη φωτιά με τους συντρόφους του, αλλά βάζει φωτιά στα σπίτια των συντρόφων του, γιατί είναι πιο μεγάλα από το δικό του.
Θα μπορούσε κάποιος να πει, επίσης, λόγω άγνοιας ή κοινωνικού υπνωτισμού, ότι η γη και τα άλλα πλάσματά της είναι υποδεέστερα του ανθρώπινου γένους, γι’ αυτό και η εκμετάλλευσή τους δεν είναι τόσο μεγάλης αξίας. Ας αναφερθούμε στις ανθρώπινες σχέσεις που αποτελούν και το κυρίαρχο νόημα αυτής της ζωής: ένας αδίστακτος «κανιβαλισμός» της ψυχής, απώλεια κάθε ευγενούς συναισθήματος, η φράση του ότι « το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό» από μια διαμετρικά αντίθετη σκοπιά. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό για να ζήσει, ο «δυνατός» τρώει τον «αδύναμο» για να γίνει πιο «δυνατός» και πλούσιος. Οι όροι της εγκληματικότητας, της πλύσης εγκεφάλου, της κοινωνικής αποσάθρωσης, του πνευματικού εξευτελισμού είναι πια τόσο οικείου, που ανοίγουμε τα χέρια διάπλατα και τους υποδεχόμαστε με ενθουσιασμό. Ο Θεός της εποχής μας, το χρήμα, αλλά και κάθε εποχής, γιατί για το χρήμα δημιουργήθηκαν και οι εκάστοτε Θεοί, μας βλέπει από ψηλά και γελάει χαιρέκακα. Η απληστία καθοδηγεί ακόμα και τις πιο μικρές πράξεις. Θέλουμε να γίνουμε μεγάλοι, τρανοί, παντοκράτορες, επιτυχημένοι, να μη μας φτάνει κανείς και τίποτα, γι ‘ αυτό και τα μέσα αγιάζονται από τον σκοπό. Γνωρίζουμε, ωστόσο, πολύ καλά τι συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας, γι’ αυτό και τα σφραγίζουμε ερμητικά στη θέα της βαναυσότητας και της απάθειας. Τα παιδάκια στην Αφρική πεινάνε, αλλά εγώ θα φάω μια υπέροχη μακαρονάδα. Ο πλανήτης καταστρέφεται ανεπιστρεπτί μέρα με τη μέρα, αλλά εγώ δεν μπορώ να μη βάζω λακ στα μαλλιά μου. Τα ζώα πεθαίνουν από τα σκουπίδια που πετάμε, αλλά εγώ βαριέμαι να πάω μέχρι τον επόμενο κάδο. Με υπνωτίζουν με κάθε μέσο, αλλά δεν πειράζει, γιατί στο Facebook έχει ωραίες γκόμενες.
Νομίζουμε ότι αποτελούμε εξαίρεση στον κανόνα; Ότι δεν είμαστε έτσι εμείς; Αναλογίσου λίγο τη σημερινή σου μέρα… Ξύπνησες, διάβασες γρήγορα στην εφημερίδα τα νέα που θέλουν να σου μεταδώσουν και τα πίστεψες, πήγες στη δουλειά σου, όπου το αφεντικό σου σε υποτιμούσε και αν ήσουν εσύ το αφεντικό υποτιμούσες κάποιον άλλον, έτσι για να κρατάμε και τις ιεραρχίες, το μεσημέρι έφαγες δύο χάμπουργκερ μεταλλαγμένων ζώων από την Ινδία, πήγες στο σούπερ μάρκετ, ψώνισες όλα τα «απαραίτητα» προϊόντα, κάνοντας τον καταστηματάρχη λίγο πλουσιότερο, η ταμίας σου είπε ότι «δεν έχει ψιλά» και εσύ της είπες δεν πειράζει, κράτα τα, βγήκες έξω χαμογελώντας γιατί σήμερα κρατούσες περισσότερες σακούλες, πέταξες τη γόπα σου κάτω, έβρισες το ζητιάνο γιατί σου ζητούσε λεφτά, γύρισες σπίτι, ανέβασες δύο καινούριες φωτογραφίες στη σελίδα σου, σχολίασες το πόσο πάχυνε η παλιά σου συμμαθήτρια, είδες τηλεόραση, καταράστηκες την κυβέρνηση της χώρας σου που δεν ανταπεξέρχεται των προσδοκιών σου, παρόλα αυτά θα την ψηφίσεις και του χρόνου, πέταξες τα σκουπίδια σου, βγήκες έξω, ήπιες μέχρι να λιποθυμήσεις στο μεγάλο club της πόλης και γύρισες σπίτι σου πλήρης και ευτυχισμένος που για μια ακόμα φορά έκανες κάτι καλό για τον εαυτό σου και για τους άλλους.
Είμαι και εγώ ένας από αυτούς. Είσαι και εσύ. Είναι και αυτός. Έτσι μάθαμε, έτσι μεγαλώσαμε, έτσι ζούμε. Η αποχαύνωση και η εκμετάλλευση ήταν και είναι ένας αέναος κύκλος. Συσσωρεύουμε τόση απάθεια και τόση κακία μέσα μας, με αποτέλεσμα να βλάπτουμε και εμάς και οτιδήποτε ζωντανό γύρω μας. Έχουμε χάσει τις αξίες του σεβασμού, της ανθρωπιάς, της αγάπης. Έχουμε ξεχάσει ότι είμαστε όλοι ένα, από το ίδιο μέρος ερχόμαστε και στο ίδιο καταλήγουμε. Κατηγορούμε τους άλλους, τους κακούς, τη στιγμή που και εμείς οι ίδιοι είμαστε έτσι. Εμείς τα προκαλούμε όλα, εμείς διαιωνίζουμε το κύκλο της βίας και της εξαθλίωσης. Εμείς είμαστε οι άνθρωποι, αυτοί που «θρώσκουν άνω», που κοιτάζουν ψηλά. Αλλά εμείς κοιτάζουμε όλο και πιο κάτω, σκεφτόμαστε όλο και πιο ατομικά, γιατί θεωρούμε ότι εκτός από εμάς δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Είμαστε όμως όλοι μια αλυσίδα, που έχει αρχίσει να σπάει και όταν σπάσει οριστικά δεν θα υπάρχει γυρισμός. Οι μικρές αλλαγές φέρνουν τις μεγάλες. Αν αλλάξω εγώ, μπορεί να αλλάξει και κάποιος άλλος και κάποιος άλλος και στη συνέχεια πολλοί. Αλλιώς θα περάσουν οι αιώνες και κάποιοι άλλοι, πολλοί διαφορετικοί ίσως από εμάς θα λένε: «Υπήρχε κάποτε μια φυλή, οι άνθρωποι, που χάθηκε γιατί ήθελε πάρα πολλά». Εγώ προς το παρόν θα ελπίζω και θα χαμογελάω πάντα στο γλυκό μπακάλη της γειτονιάς μου, που με μαλώνει όταν παίρνω κάτι ακριβό και μου πουλάει αυτό που κάνει 2 Ευρώ λιγότερο…
πηγή
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου