Το βασικό χαρακτηριστικό της γλώσσας των νέων είναι ότι εκφράζει και εκφράζεται μέσα στην «παρέα», το δίκτυο των συνομηλίκων. Κατά συνέπειαν, δεν υπάρχει μια ενιαία γλώσσα· κάθε παρέα έχει δικό της κώδικα επικοινωνίας, που μπορεί να τον «αρπάξει» μια άλλη παρέα και μετά μια άλλη, μέχρι που κάποιες εκφράσεις να υιοθετηθούν από μεγάλο μέρος της νεολαίας, ειδικά με την εξέλιξη της τεχνολογίας της επικοινωνίας.
Οι έφηβοι χωρίζονται σε υποομάδες, η γλώσσα τους θα αποκτά και περισσότερο πλούτο - αφού αλλιώς μιλάνε οι γκοθάδες, αλλιώς οι emo, αλλιώς οι φανατικοί φίλαθλοι, αλλιώς οι γκέιμερ, οι σκέιτερ, οι μοδάτες κ.ο.κ.
Η ατυχία της σημερινής νεολαίας είναι ότι οι ενήλικοι αρπάζουνε τη γλώσσα της και τη χρησιμοποιούνε ευρύτατα. Μια ενδιαφέρουσα έρευνα για τη γλώσσα, που έκανε η ALCO το 2005 για το Ινστιτούτο Εικοινωνίας, ρωτούσε Ελληνες 16-56 ετών ποια λέξη θα χρησιμοποιούσαν για να αντιδράσουν σε κάτι αναπάντεχο: Το 20% δήλωσε ότι προτιμά τη λέξη «έμεινα», το 13% το «κουφάθηκα», το 5% το «καράφλιασα», το 25% το «απίστευτο» και μόλις το 15% το «εξεπλάγην» ή το «εκπλήσσομαι»! Το συμπέρασμα; Το «απίστευτο» έχει εισχωρήσει βαθιά στην καθομιλουμένη των ενηλίκων· άλλο συμπέρασμα, λίγο άσχετο, είναι ότι το «καράφλιασα» είναι πλέον «πασέ», ή μήπως πρέπει να πω λαστ γίαρ;
Από την άλλη, οι σημερινοί 16άρηδες έχουν στη διάθεσή τους όλο τον γλωσσικό πλούτο που δημιουργήσαμε εμείς οι παλαιότεροι 16άρηδες. Η εξέλιξη της γλώσσας έχει φέρει και εξέλιξη στη νεανική αργκό, και έτσι, π.χ., το παλιότερο «Την κάνω» = φεύγω, έχει γίνει «τηγκανά», ενώ το «τζάμι» = τέλειο, σούπερ, έχει παραλλαχθεί επιτυχέστατα σε «τζαμάουα», αλλά και στο «τζαμιροκουάι».
Εκτός από εκφράσεις που ήταν κάποτε υπερβολικά της μόδας και τώρα ακούγονται ξεπερασμένες (βλέπε το «καράφλιασα» πιο πάνω ή το «ιν»), οι παλιές καλές αργκό, όπως το «φυτό», το «ούτε με σφαίρες» ή το «φάγαμε πακέτο», αλλά και τα ποδανά (η λέξη ειπωμένη ή γραμμένη ανάποδα, π.χ., ο λοστρέ = ο τρελός) αποτελούν την κληρονομιά που αφήνουνε στη γλώσσα τα άτομα της γενιάς των 80s. Δίπλα σ' αυτήν, σήμερα, οι πιτσιρικάδες έχουν συμπληρώσει έναν ολόκληρο κατάλογο από ξένες λέξεις, ξενικής έμπνευσης λέξεις, λέξεις του διαδικτύου, λέξεις της εποχής της επικοινωνίας (που χρησιμοποιούν στο msn, στα chat rooms και στην αποστολή sms)
Το παγκόσμιο χωριό έχει φέρει την αγγλική γλώσσα και την αγγλική αργκό μέσα στα ελληνικά σπίτια - και έτσι δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το φαινόμενο, ειδικά αφού εδώ και χρόνια αρκετοί ενήλικοι χρησιμοποιούμε το «Θα σε πάρω πίσω» (Ι will call you back) ή το «a.s.a.p.» (as soon as possible = το συντομότερο δυνατό). Από την άλλη, τα chat rooms και τα blogs ορισμένες φορές «έκοβαν» αυτόματα τις υβριστικές εκφράσεις· κι έτσι έχει δημιουργηθεί μια σειρά από λέξεις που μοιάζουν με τις βρισιές, αλλά περνάνε από τη... λογοκρισία. Στο γλωσσάρι που ακολουθεί παραθέτουμε κάμποσες εκδοχές του «μαλάκας».
Παρακάτω σας παραθέτουμε ένα γλωσσάρι της νεανικής αργκό για κάθε περίπτωση και σας συμβουλεύουμε να το μάθετε καλά αν θέλετε να ...είστε δικός τους...
Το έχω! = Ναι, το μπορώ/το γνωρίζω/μου φαίνεται καλή ιδέα. Σημαίνει, επίσης, είμαι καταπληκτικός: «Το 'χεις, λέμε!» Συνώνυμο του παλιότερου «Είσαι θεός/-ά!» και του ακόμη παλιότερου «Σκίζεις!».
Δεν της το 'χα = Δεν την είχα ικανή για κάτι τέτοιο...
Δεν υπάρχει! = Είναι απίστευτο, τρελό, καταπληκτικό. Το χρησιμοποιούμε και ως υπερθετικό για πρόσωπα: «Καλά, δεν υπάρχεις, μιλάμε!»
Ό,τι να 'ναι = Χρησιμοποιείται πάρα πολύ και με διάφορες αφορμές, αλλά και χωρίς αφορμή· δηλώνει την ασυνεννοησία, την ανοργανωσιά. Ως χαρακτηρισμός προσώπου δηλώνει κάποιον που είναι στον κόσμο του: «Ο τύπος είναι ό,τι να 'ναι!» Ανάμεσα σε παρέες, παίρνει και την έννοια του «Δε βαριέσαι» ή του «Ας πάει και το παλιάμπελο»: «Είδαμε μαραθώνιο "True Blood" όλο το Σάββατο! - Καλά, ό,τι να 'ναι!» ή «Τι λέτε; Τρία επεισόδια έμειναν, να τα δούμε; - Καλά, ό,τι να 'ναι!»
Το 'χει κάψει, είναι καμένος = Τα εγκεφαλικά του κύτταρα έχουν καταστραφεί (από ουσίες ή από βιντεογκέιμ).
Δεν την παλεύω = Δεν μπορώ, δεν αντέχω άλλο, δεν «το 'χω».
Τα σπάμε = Είμαστε καταπληκτικοί, «το 'χουμε», περνάμε σούπερ. «Τα σπάει!» = είναι τέλειο, εντυπωσιάζει...
Πού 'σαι, ρε μαν; = Η φράση χρησιμοποιείται έτσι ακριβώς ως χαιρετισμός. Από το αγγλικό man και με εμφανή την επιρροή της χιπ χοπ κουλτούρας.
Νταουνιάσου! = Κάτσε κάτω, sit down. Είναι νέα, χιουμοριστική χρήση που δεν έχει σχέση με το «νταουνιάζομαι», το «πέφτω ψυχολογικά», που ήταν λαστ γίαρ!
Ενιγουέι = (Anyway) Οπως και να 'χει. Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό.
Χελόου; = (Hello?) Είναι κανείς εκεί; (μέσα στο κεφάλι σου) ή «το 'χεις ακατοίκητο;» Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό, για να δηλώσει το υπερπροφανές, αυτό που ο άλλος είναι «ζώγγολο» αν δεν το καταλαβαίνει.
Τζίζας = (Jesus) Ο Ιησούς και τα άτομα που έχουν εμφάνιση αυτού του τύπου. «Πού πας, ρε μεγάλε, με τα μαλλιά σαν τον Τζίζας;»
Ρισπέκτ! = (Respect!) Χρησιμοποιείται όπως και η αντίστοιχη αγγλική έκφραση, για να δηλώσει βαθιά εκτίμηση σε πρόσωπο, πράγμα ή κατάσταση: «Εντάξει, ξέρει μπάσκετ το άτομο, ρισπέκτ!» - «Χα, χα, ρισπέκτ, μεγάλε, μου 'φτιαξες το κέφι, μαν!»
Οκέικ = Το οκέι σε χιουμοριστική εκδοχή, με μεγάλη πέραση αυτόν τον καιρό.
Αν-παίκταμπλ = Από το στερητικό α + παίζομαι + την αγγλική κατάληξη -able: Δεν παίζεται!
Λ.Α. (προφέρεται ελ έι) = Το λεκανοπέδιο Αττικής, στη γλώσσα των χιπ-χόπερ και των δυτικών προαστίων. Πώς είναι το Λος Αντζελες; Καμία σχέση!
Το συσιφόνι = Ελληνοποίηση του youtube (εσύ+σιφόνι). Χρησιμοποιείται με χιουμοριστική διάθεση.
Λεβελιάζω = Από το αγγλικό level: Ανεβαίνω επίπεδα με γοργούς ρυθμούς, σε ον λάιν γκέιμ. Σημαίνει και το έχω κολλήσει άσχημα (εθιστεί) και παίζω όλη μέρα.
Ζούδι = Ζώο, άχρηστος. Η νέα γενιά το χρησιμοποιεί με σχετικά ελαφριά διάθεση. «Καλά, ρε ζούδι, δεν υπάρχει αυτό που λες!»
Ζώγγολο = Από το ζώο + μόγγολο. Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στη χαμηλή διανοητική ικανότητα του αναφερόμενου ως «ζώγγολο».
Ούζο = Ούφο, ζώο, χαζό.
Αργάμισι = Αργά και κάτι παρά πάνω: «Τι ώρα γύρισες χτες; - Ε, αργάμισι!», «Καλά, ας μην τον περιμένουμε, αυτός θα έρθει αργάμισι!»
Εφαγα χι, έριξα χι = Απόρριψη, χυλόπιτα, διακοπή διπλωματικών σχέσεων: «Δεν με ξέρει καλά εμένα, θα φάει ένα χι που θα είναι όλο δικό του!»
Καστανάς = Ο ασήμαντος, ο τίποτα: «Τι κάνει αυτή με τον καστανά;»
Σάπιος = Κάποιος που δεν είναι εντάξει.
Μαλέφας = Μαλ (μαλάκας) + έφας (ελέφας). Συνώνυμο του «γκράντε μαλάκα» σε λιγότερο προσβλητική εκδοχή.
Μακάκας = Πολύ χοτ λόγω Λαζόπουλου.
Μαλακάσας = Λίγο πιο ελαφρύ από το σκέτο...
Μαέβιους = Ο,τι και τα παραπάνω, αναφορά στον «Μαέβιους Παχατουρίδη», τον πομπώδη ζωγράφο από τους Α.Μ.Α.Ν.
Σκαλώνω = Κολλάω, δυσκολεύομαι: «Να δεις πώς τον είπε; Σκάλωσα τώρα...»
Λούζομαι, το λούζω = Αράζω χωρίς να κάνω τίποτα, «σαπίζω»: «Πώς λούστηκες χτες;» (Δηλαδή, τι έκανες Συχνές χρήσεις: «Ασε, σήμερα πάλι έλουσα» - «Είσαι λούστης!»
Σάπινγκ = Από το «σαπίζω» και την κατάληξη -ing: Το λούζω, δεν κάνω τίποτα, είμαι όλη μέρα στον καναπέ... «Κομμάτια είμαι από χτες, σήμερα θα κάνω σάπινγκ». Να μη συγχέεται με το παλιότερο «κοκούνινγκ», που ήταν η αγγλική έκφραση cocooning και είχε τη θετική έννοια του αράγματος στο ζεστό σπιτικό.
Κλασικά = Ξανά στη μόδα μεταξύ των νέων παιδιών, προς απόδειξιν του ότι όλες οι μόδες, ακόμη και οι λεκτικές, μπορούν να επιστρέψουν: «Και, κλασικά, το λούσαμε και χτες». Σήμερα, όμως, χρησιμοποιείται όπως και το «classic» στα αγγλικά, ως δήλωση του αναμενόμενου: «Και του είπα του μαλέφα, η γκόμενα είναι φέτα, αλλά αυτός εκεί, σκάλωσε! - Κλασικό!»
Επικό = Τρομερό, καταπληκτικό, ανώτερο από «κλασικό». Επίσης χαρακτηρίζει και μια εντυπωσιακή γυναίκα: «Επική γκόμενα, λέμε!»
Ελεος! = Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό «mercy!» ως επιφώνημα. «Πάλι ποδόσφαιρο θα δείτε; Ελεος!»
Σαύρα = Μη εμφανίσιμη γκόμενα.
Φ.Ε.Τ.Α.= Το ίδιο, από τα αρχικά Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας!
Φλόμπα = Μη εμφανίσιμη, παράλληλα δε και κακού ή φτηνού γούστου γκόμενα.
Γκικ = Φύτουκλας (και τα πιο ελαφρά: σπασίκλας, φυτό). Geek: Ατομο που δεν «το 'χει» με το γενικό περιβάλλον και που είναι κολλημένο με αντικείμενα ή θέματα διανοητικού περιεχομένου, τεχνολογίας και αντίστοιχων παιχνιδιών (ηλεκτρονικών και μη). Το «σπασίκλας» αφορά περισσότερο τον κολλημένο με τα βιβλία και τα μαθήματα.
Ντρίμι = Το αγγλικό «dreamy» (ονειρικός, όνειρο), αντικαθιστά ταχύτατα το -παλιότερο- «θεϊκός». Για γραπτά μηνύματα...
Ο-μι-τζι= Ο.Μ.G., τα αρχικά τού «oh, my God!» (Θεέ μου!). Εκφραση πάρα πολύ της μόδας στην Αμερική, πέρασε μέσω ίντερνετ τσάτινγκ σε όλο τον κόσμο. Μόνο που εδώ χρησιμοποιείται και... προφορικά!
ΛΟΛ = L.Ο.L., τα αρχικά τού «laugh out loud» (γελάω δυνατά). Διεθνώς χρησιμοποιείται μόνο στη γραπτή επικοινωνία μέσω ίντερνετ ή sms, εδώ ακούγεται κιόλας. Σημειώστε και το αρκετά χιουμοριστικό προφορικό «Ο-μι-τζι και τρία ΛΟΛ!».
ROTF-LOL = Ο υπερθετικός του ΛΟΛ,«rolling on the floor laughing out loud»: Κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια! Ευρύτατης χρήσεως στο ίντερνετ. Της ιδίας φύσεως και τα:
LMAO = Laughing my ass off: Ξεκωλώθηκα στο γέλιο.
LMFAO = Laughing my fucking ass off: Ξεκωλώθηκα εντελώς και συνεχίζω να γελάω.
ROFLMAO = Rolling on floor laughing my ass off: Κυλιέμαι στα πάτωμα ξεκωλωμένος από τα γέλια (και πάει λέγοντας...).
BF / GF = Boy-friend, Girl-friend: Το αγόρι/ το κορίτσι ή αυτός/-ή που θέλουμε.
BFF = Best friends forever: Η κολλητή (βλέπε και την ομότιτλη εκπομπή ριάλιτι με την Πάρις Χίλτον).
F2F = Face to face: Πρόσωπο με πρόσωπο. Παίζει πολύ στα sms «ψησίματος».
ΤΥ = Thank you, ευχαριστώ εν συντομία.
Μιλφ = MILF, τα αρχικά του «mother Ι'd like to fuck» (όχι, δεν θα σας το μεταφράσω!). Περιγράφει γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας (θα μπορούσε να είναι και μητέρα) που ξεσηκώνει τον νεότερο αντρικό πληθυσμό. Η φράση έχει περάσει και στα βιντεοκλάμπ, όπου στα πορνό οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αναζητήσουν «Μιλφάκια»! Στην Αμερική παίζει και το GILF («grand-mother...» και τα λοιπά), που εδώ δεν έχει πιάσει - και πολύ λογικά, γιατί οι ελληνίδες γιαγιάδες σπάνια φέρνουν στην Γκόλντι Χόουν!
WTF? = Τα αρχικά τού «what the fuck?». Σε ελεύθερη μετάφραση, τι στο διάολο; Αποκλειστικά σε γραπτή επικοινωνία
POS = Parent over shoulder, συνθηματικό «σύρμα». Σημαίνει στην ιντερνετική γλώσσα «γονιός πάνω απ' τον ώμο μου», δεν μπορώ να μιλήσω τώρα...
Ρ911 = Συναγερμός, γονείς! Από το Ρ (parent) και τον αριθμό 911 (το αμερικανικό της αμέσου βοηθείας)!
CD9 - Code 9 = Και πάλι συνθηματικό στον τύπο με τον οποίο «τσατάρεις» για το ότι εμφανίστηκε γονιός στο δωμάτιο! Εμπνευσμένο από τους συναγερμούς (code) της αμερικανικής αστυνομίας.
BRB = Επιστρέφω αμέσως («be right back»), όταν αφήνεις τη σελίδα ή βγαίνεις από το διαδίκτυο μέχρι να φύγει ο γονιός!
ASL = Από τα αρχικά των «age, sex, location» (ηλικία, φύλο, τόπος): Αποκλειστικά στο τσάτινγκ, για να ξέρεις με ποιον έχεις να κάνεις!
RTMS = Τα αρχικά τού «Ρώτα τη μάνα σου!» ή, μάλλον, «Rota ti mana sou»! Ευφυές και ξεκαρδιστικό. Αποκλειστικά και μόνο σε γραπτή επικοινωνία
Πηγή
Οι έφηβοι χωρίζονται σε υποομάδες, η γλώσσα τους θα αποκτά και περισσότερο πλούτο - αφού αλλιώς μιλάνε οι γκοθάδες, αλλιώς οι emo, αλλιώς οι φανατικοί φίλαθλοι, αλλιώς οι γκέιμερ, οι σκέιτερ, οι μοδάτες κ.ο.κ.
Η ατυχία της σημερινής νεολαίας είναι ότι οι ενήλικοι αρπάζουνε τη γλώσσα της και τη χρησιμοποιούνε ευρύτατα. Μια ενδιαφέρουσα έρευνα για τη γλώσσα, που έκανε η ALCO το 2005 για το Ινστιτούτο Εικοινωνίας, ρωτούσε Ελληνες 16-56 ετών ποια λέξη θα χρησιμοποιούσαν για να αντιδράσουν σε κάτι αναπάντεχο: Το 20% δήλωσε ότι προτιμά τη λέξη «έμεινα», το 13% το «κουφάθηκα», το 5% το «καράφλιασα», το 25% το «απίστευτο» και μόλις το 15% το «εξεπλάγην» ή το «εκπλήσσομαι»! Το συμπέρασμα; Το «απίστευτο» έχει εισχωρήσει βαθιά στην καθομιλουμένη των ενηλίκων· άλλο συμπέρασμα, λίγο άσχετο, είναι ότι το «καράφλιασα» είναι πλέον «πασέ», ή μήπως πρέπει να πω λαστ γίαρ;
Από την άλλη, οι σημερινοί 16άρηδες έχουν στη διάθεσή τους όλο τον γλωσσικό πλούτο που δημιουργήσαμε εμείς οι παλαιότεροι 16άρηδες. Η εξέλιξη της γλώσσας έχει φέρει και εξέλιξη στη νεανική αργκό, και έτσι, π.χ., το παλιότερο «Την κάνω» = φεύγω, έχει γίνει «τηγκανά», ενώ το «τζάμι» = τέλειο, σούπερ, έχει παραλλαχθεί επιτυχέστατα σε «τζαμάουα», αλλά και στο «τζαμιροκουάι».
Εκτός από εκφράσεις που ήταν κάποτε υπερβολικά της μόδας και τώρα ακούγονται ξεπερασμένες (βλέπε το «καράφλιασα» πιο πάνω ή το «ιν»), οι παλιές καλές αργκό, όπως το «φυτό», το «ούτε με σφαίρες» ή το «φάγαμε πακέτο», αλλά και τα ποδανά (η λέξη ειπωμένη ή γραμμένη ανάποδα, π.χ., ο λοστρέ = ο τρελός) αποτελούν την κληρονομιά που αφήνουνε στη γλώσσα τα άτομα της γενιάς των 80s. Δίπλα σ' αυτήν, σήμερα, οι πιτσιρικάδες έχουν συμπληρώσει έναν ολόκληρο κατάλογο από ξένες λέξεις, ξενικής έμπνευσης λέξεις, λέξεις του διαδικτύου, λέξεις της εποχής της επικοινωνίας (που χρησιμοποιούν στο msn, στα chat rooms και στην αποστολή sms)
Το παγκόσμιο χωριό έχει φέρει την αγγλική γλώσσα και την αγγλική αργκό μέσα στα ελληνικά σπίτια - και έτσι δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το φαινόμενο, ειδικά αφού εδώ και χρόνια αρκετοί ενήλικοι χρησιμοποιούμε το «Θα σε πάρω πίσω» (Ι will call you back) ή το «a.s.a.p.» (as soon as possible = το συντομότερο δυνατό). Από την άλλη, τα chat rooms και τα blogs ορισμένες φορές «έκοβαν» αυτόματα τις υβριστικές εκφράσεις· κι έτσι έχει δημιουργηθεί μια σειρά από λέξεις που μοιάζουν με τις βρισιές, αλλά περνάνε από τη... λογοκρισία. Στο γλωσσάρι που ακολουθεί παραθέτουμε κάμποσες εκδοχές του «μαλάκας».
Παρακάτω σας παραθέτουμε ένα γλωσσάρι της νεανικής αργκό για κάθε περίπτωση και σας συμβουλεύουμε να το μάθετε καλά αν θέλετε να ...είστε δικός τους...
Το έχω! = Ναι, το μπορώ/το γνωρίζω/μου φαίνεται καλή ιδέα. Σημαίνει, επίσης, είμαι καταπληκτικός: «Το 'χεις, λέμε!» Συνώνυμο του παλιότερου «Είσαι θεός/-ά!» και του ακόμη παλιότερου «Σκίζεις!».
Δεν της το 'χα = Δεν την είχα ικανή για κάτι τέτοιο...
Δεν υπάρχει! = Είναι απίστευτο, τρελό, καταπληκτικό. Το χρησιμοποιούμε και ως υπερθετικό για πρόσωπα: «Καλά, δεν υπάρχεις, μιλάμε!»
Ό,τι να 'ναι = Χρησιμοποιείται πάρα πολύ και με διάφορες αφορμές, αλλά και χωρίς αφορμή· δηλώνει την ασυνεννοησία, την ανοργανωσιά. Ως χαρακτηρισμός προσώπου δηλώνει κάποιον που είναι στον κόσμο του: «Ο τύπος είναι ό,τι να 'ναι!» Ανάμεσα σε παρέες, παίρνει και την έννοια του «Δε βαριέσαι» ή του «Ας πάει και το παλιάμπελο»: «Είδαμε μαραθώνιο "True Blood" όλο το Σάββατο! - Καλά, ό,τι να 'ναι!» ή «Τι λέτε; Τρία επεισόδια έμειναν, να τα δούμε; - Καλά, ό,τι να 'ναι!»
Το 'χει κάψει, είναι καμένος = Τα εγκεφαλικά του κύτταρα έχουν καταστραφεί (από ουσίες ή από βιντεογκέιμ).
Δεν την παλεύω = Δεν μπορώ, δεν αντέχω άλλο, δεν «το 'χω».
Τα σπάμε = Είμαστε καταπληκτικοί, «το 'χουμε», περνάμε σούπερ. «Τα σπάει!» = είναι τέλειο, εντυπωσιάζει...
Πού 'σαι, ρε μαν; = Η φράση χρησιμοποιείται έτσι ακριβώς ως χαιρετισμός. Από το αγγλικό man και με εμφανή την επιρροή της χιπ χοπ κουλτούρας.
Νταουνιάσου! = Κάτσε κάτω, sit down. Είναι νέα, χιουμοριστική χρήση που δεν έχει σχέση με το «νταουνιάζομαι», το «πέφτω ψυχολογικά», που ήταν λαστ γίαρ!
Ενιγουέι = (Anyway) Οπως και να 'χει. Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό.
Χελόου; = (Hello?) Είναι κανείς εκεί; (μέσα στο κεφάλι σου) ή «το 'χεις ακατοίκητο;» Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό, για να δηλώσει το υπερπροφανές, αυτό που ο άλλος είναι «ζώγγολο» αν δεν το καταλαβαίνει.
Τζίζας = (Jesus) Ο Ιησούς και τα άτομα που έχουν εμφάνιση αυτού του τύπου. «Πού πας, ρε μεγάλε, με τα μαλλιά σαν τον Τζίζας;»
Ρισπέκτ! = (Respect!) Χρησιμοποιείται όπως και η αντίστοιχη αγγλική έκφραση, για να δηλώσει βαθιά εκτίμηση σε πρόσωπο, πράγμα ή κατάσταση: «Εντάξει, ξέρει μπάσκετ το άτομο, ρισπέκτ!» - «Χα, χα, ρισπέκτ, μεγάλε, μου 'φτιαξες το κέφι, μαν!»
Οκέικ = Το οκέι σε χιουμοριστική εκδοχή, με μεγάλη πέραση αυτόν τον καιρό.
Αν-παίκταμπλ = Από το στερητικό α + παίζομαι + την αγγλική κατάληξη -able: Δεν παίζεται!
Λ.Α. (προφέρεται ελ έι) = Το λεκανοπέδιο Αττικής, στη γλώσσα των χιπ-χόπερ και των δυτικών προαστίων. Πώς είναι το Λος Αντζελες; Καμία σχέση!
Το συσιφόνι = Ελληνοποίηση του youtube (εσύ+σιφόνι). Χρησιμοποιείται με χιουμοριστική διάθεση.
Λεβελιάζω = Από το αγγλικό level: Ανεβαίνω επίπεδα με γοργούς ρυθμούς, σε ον λάιν γκέιμ. Σημαίνει και το έχω κολλήσει άσχημα (εθιστεί) και παίζω όλη μέρα.
Ζούδι = Ζώο, άχρηστος. Η νέα γενιά το χρησιμοποιεί με σχετικά ελαφριά διάθεση. «Καλά, ρε ζούδι, δεν υπάρχει αυτό που λες!»
Ζώγγολο = Από το ζώο + μόγγολο. Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση στη χαμηλή διανοητική ικανότητα του αναφερόμενου ως «ζώγγολο».
Ούζο = Ούφο, ζώο, χαζό.
Αργάμισι = Αργά και κάτι παρά πάνω: «Τι ώρα γύρισες χτες; - Ε, αργάμισι!», «Καλά, ας μην τον περιμένουμε, αυτός θα έρθει αργάμισι!»
Εφαγα χι, έριξα χι = Απόρριψη, χυλόπιτα, διακοπή διπλωματικών σχέσεων: «Δεν με ξέρει καλά εμένα, θα φάει ένα χι που θα είναι όλο δικό του!»
Καστανάς = Ο ασήμαντος, ο τίποτα: «Τι κάνει αυτή με τον καστανά;»
Σάπιος = Κάποιος που δεν είναι εντάξει.
Μαλέφας = Μαλ (μαλάκας) + έφας (ελέφας). Συνώνυμο του «γκράντε μαλάκα» σε λιγότερο προσβλητική εκδοχή.
Μακάκας = Πολύ χοτ λόγω Λαζόπουλου.
Μαλακάσας = Λίγο πιο ελαφρύ από το σκέτο...
Μαέβιους = Ο,τι και τα παραπάνω, αναφορά στον «Μαέβιους Παχατουρίδη», τον πομπώδη ζωγράφο από τους Α.Μ.Α.Ν.
Σκαλώνω = Κολλάω, δυσκολεύομαι: «Να δεις πώς τον είπε; Σκάλωσα τώρα...»
Λούζομαι, το λούζω = Αράζω χωρίς να κάνω τίποτα, «σαπίζω»: «Πώς λούστηκες χτες;» (Δηλαδή, τι έκανες Συχνές χρήσεις: «Ασε, σήμερα πάλι έλουσα» - «Είσαι λούστης!»
Σάπινγκ = Από το «σαπίζω» και την κατάληξη -ing: Το λούζω, δεν κάνω τίποτα, είμαι όλη μέρα στον καναπέ... «Κομμάτια είμαι από χτες, σήμερα θα κάνω σάπινγκ». Να μη συγχέεται με το παλιότερο «κοκούνινγκ», που ήταν η αγγλική έκφραση cocooning και είχε τη θετική έννοια του αράγματος στο ζεστό σπιτικό.
Κλασικά = Ξανά στη μόδα μεταξύ των νέων παιδιών, προς απόδειξιν του ότι όλες οι μόδες, ακόμη και οι λεκτικές, μπορούν να επιστρέψουν: «Και, κλασικά, το λούσαμε και χτες». Σήμερα, όμως, χρησιμοποιείται όπως και το «classic» στα αγγλικά, ως δήλωση του αναμενόμενου: «Και του είπα του μαλέφα, η γκόμενα είναι φέτα, αλλά αυτός εκεί, σκάλωσε! - Κλασικό!»
Επικό = Τρομερό, καταπληκτικό, ανώτερο από «κλασικό». Επίσης χαρακτηρίζει και μια εντυπωσιακή γυναίκα: «Επική γκόμενα, λέμε!»
Ελεος! = Χρησιμοποιείται όπως και το αντίστοιχο αγγλικό «mercy!» ως επιφώνημα. «Πάλι ποδόσφαιρο θα δείτε; Ελεος!»
Σαύρα = Μη εμφανίσιμη γκόμενα.
Φ.Ε.Τ.Α.= Το ίδιο, από τα αρχικά Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας!
Φλόμπα = Μη εμφανίσιμη, παράλληλα δε και κακού ή φτηνού γούστου γκόμενα.
Γκικ = Φύτουκλας (και τα πιο ελαφρά: σπασίκλας, φυτό). Geek: Ατομο που δεν «το 'χει» με το γενικό περιβάλλον και που είναι κολλημένο με αντικείμενα ή θέματα διανοητικού περιεχομένου, τεχνολογίας και αντίστοιχων παιχνιδιών (ηλεκτρονικών και μη). Το «σπασίκλας» αφορά περισσότερο τον κολλημένο με τα βιβλία και τα μαθήματα.
Ντρίμι = Το αγγλικό «dreamy» (ονειρικός, όνειρο), αντικαθιστά ταχύτατα το -παλιότερο- «θεϊκός». Για γραπτά μηνύματα...
Ο-μι-τζι= Ο.Μ.G., τα αρχικά τού «oh, my God!» (Θεέ μου!). Εκφραση πάρα πολύ της μόδας στην Αμερική, πέρασε μέσω ίντερνετ τσάτινγκ σε όλο τον κόσμο. Μόνο που εδώ χρησιμοποιείται και... προφορικά!
ΛΟΛ = L.Ο.L., τα αρχικά τού «laugh out loud» (γελάω δυνατά). Διεθνώς χρησιμοποιείται μόνο στη γραπτή επικοινωνία μέσω ίντερνετ ή sms, εδώ ακούγεται κιόλας. Σημειώστε και το αρκετά χιουμοριστικό προφορικό «Ο-μι-τζι και τρία ΛΟΛ!».
ROTF-LOL = Ο υπερθετικός του ΛΟΛ,«rolling on the floor laughing out loud»: Κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια! Ευρύτατης χρήσεως στο ίντερνετ. Της ιδίας φύσεως και τα:
LMAO = Laughing my ass off: Ξεκωλώθηκα στο γέλιο.
LMFAO = Laughing my fucking ass off: Ξεκωλώθηκα εντελώς και συνεχίζω να γελάω.
ROFLMAO = Rolling on floor laughing my ass off: Κυλιέμαι στα πάτωμα ξεκωλωμένος από τα γέλια (και πάει λέγοντας...).
BF / GF = Boy-friend, Girl-friend: Το αγόρι/ το κορίτσι ή αυτός/-ή που θέλουμε.
BFF = Best friends forever: Η κολλητή (βλέπε και την ομότιτλη εκπομπή ριάλιτι με την Πάρις Χίλτον).
F2F = Face to face: Πρόσωπο με πρόσωπο. Παίζει πολύ στα sms «ψησίματος».
ΤΥ = Thank you, ευχαριστώ εν συντομία.
Μιλφ = MILF, τα αρχικά του «mother Ι'd like to fuck» (όχι, δεν θα σας το μεταφράσω!). Περιγράφει γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας (θα μπορούσε να είναι και μητέρα) που ξεσηκώνει τον νεότερο αντρικό πληθυσμό. Η φράση έχει περάσει και στα βιντεοκλάμπ, όπου στα πορνό οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αναζητήσουν «Μιλφάκια»! Στην Αμερική παίζει και το GILF («grand-mother...» και τα λοιπά), που εδώ δεν έχει πιάσει - και πολύ λογικά, γιατί οι ελληνίδες γιαγιάδες σπάνια φέρνουν στην Γκόλντι Χόουν!
WTF? = Τα αρχικά τού «what the fuck?». Σε ελεύθερη μετάφραση, τι στο διάολο; Αποκλειστικά σε γραπτή επικοινωνία
POS = Parent over shoulder, συνθηματικό «σύρμα». Σημαίνει στην ιντερνετική γλώσσα «γονιός πάνω απ' τον ώμο μου», δεν μπορώ να μιλήσω τώρα...
Ρ911 = Συναγερμός, γονείς! Από το Ρ (parent) και τον αριθμό 911 (το αμερικανικό της αμέσου βοηθείας)!
CD9 - Code 9 = Και πάλι συνθηματικό στον τύπο με τον οποίο «τσατάρεις» για το ότι εμφανίστηκε γονιός στο δωμάτιο! Εμπνευσμένο από τους συναγερμούς (code) της αμερικανικής αστυνομίας.
BRB = Επιστρέφω αμέσως («be right back»), όταν αφήνεις τη σελίδα ή βγαίνεις από το διαδίκτυο μέχρι να φύγει ο γονιός!
ASL = Από τα αρχικά των «age, sex, location» (ηλικία, φύλο, τόπος): Αποκλειστικά στο τσάτινγκ, για να ξέρεις με ποιον έχεις να κάνεις!
RTMS = Τα αρχικά τού «Ρώτα τη μάνα σου!» ή, μάλλον, «Rota ti mana sou»! Ευφυές και ξεκαρδιστικό. Αποκλειστικά και μόνο σε γραπτή επικοινωνία
Πηγή
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου